25 Φεβρουαρίου 2014

Σύγχρονο μπαλέτο στη Μυλούζη

Ο Πινόκιο ζώο σε τσίρκο!

ΈΧΕΙ ΧΥΘΕΙ πολύ νερό στον μύλο από τότε που εμπνευσμένοι χορογράφοι -με πρωτοπόρο τον Μπαλανσίν- ανανέωσαν τον κλασικό χορό συνδυάζοντάς τον με μοντέρνα στοιχεία. Μια τέχνη υψηλή, αριστοκρατική, με αυστηρές συμβάσεις, εκσυγχρονίστηκε για να παραδοθεί απλοποιημένη σε λαϊκά, καθημερινά κοινά. Τελευταία εξέλιξη στον κλασικό χορό: η ανάμιξή του με τον σύγχρονο αλλά και κάθε άλλη -χορευτική ή μη- καλλιτεχνική γλώσσα υπό τον όρο "σύγχρονο μπαλέτο". Αυτός καλύπτει μια πολύ μεγάλη ποικιλία θεαμάτων, όπου ο κλασικός χορός αποτελεί φυσικά θεμελιώδη σωματική γλώσσα, όχι όμως και κυρίαρχη στον κινητικό χάρτη της παράστασης. Σε αυτή την κατηγορία θεαμάτων μπορούμε να εντάξουμε και το ευφάνταστο μπαλέτο "Πινόκιο", σε χορογραφία του Ιβάν Καβαλάρι, μουσική του Ενρίκο Μελότσι και ορχηστρική διεύθυνση του Μ. Ρομανούλ, από το Μπαλέτο της Εθνικής Όπερας του Ρήνου και τη Συμφωνική της Μυλούζης.
Η παράσταση μας υπενθυμίζει πάνω από όλα ότι ο κλασικός Πινόκιο του Κάρλο Κολόντι (1883) είναι και μια οικονομική ιστορία για μεγάλους... Όλα ξεκινούν στο εργαστήριο-τράπεζα-μέγκενη του Μαστροτζεπέτο και τελειώνουν στο εσωτερικό-φυλακή ενός θαλάσσιου κήτους, όπου επιτέλους συναντώνται ο πατέρας δημιουργός και ο γιος του (συγκινητικό pas de deux) μετά από τις γνωστές περιπέτειες, χωρίς όμως τα κοστούμια του ρόλου τους: ο Πινόκιο χωρίς την περιβολή της μαριονέτας και ο Τζεπέτο χωρίς τη δερμάτινη ποδιά του επαγγέλματός του. Στο τέλος, σηκώνουν την αραχνοΰφαντη αυλαία στην οποία προβάλλεται η εικόνα του κήτους και φεύγουν ελεύθεροι. Όλα ξεκινούν από τον κλασικό χορό, με ενδιάμεσους σταθμούς τον μοντέρνο και τον σύγχρονο, το χιπ χοπ, την κομέντια ντελ' άρτε, την όπερα, το μιούζικαλ, την παντομίμα, το θέατρο λόγου, το θεατρικό παιγνίδι, το θέατρο μαριονέτας, αλλά και το σοβαρό και το αστείο, αφού ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει. Εκτός λοιπόν από ένα ταξίδι του Πινόκιο, που σωματοποιεί εκπληκτικά ο Τόμας Χίντερμπέργκερ, είναι -σε ένα μεταθεατρικό επίπεδο- και μια αφήγηση της σωματικής περιπέτειας του ήρωα του πασίγνωστου παραμυθιού που μυείται -και με τη βία- στις παραστατικές τέχνες και, γενικά, καλείται να προσαρμοστεί στον αδυσώπητο κόσμο του θεάματος. Βλέπω, δηλαδή, αυτό το ολικό θέαμα και σαν ένα έξοχο σχόλιο στην απαιτητική και απάνθρωπη πλέον κοινωνία του θεάματος που ζητεί τα πάντα από τον καλλιτέχνη και, έτσι, τον θέλει πολυμήχανο περφόρμερ, στην εποχή ενός άγριου και αδίστακτου καπιταλισμού, όπου ο περφόρμερ τα κάνει όλα! Εντούτοις, όλα τα επιτυγχάνουν οι συντελεστές με κάποια οικονομία οπτικών μέσων και μηχανών και την εντελώς απαραίτητη τεχνολογία, χωρίς δηλαδή υπερβολική χρήση σκηνογραφικών αντικειμένων, αλλά, αντίθετα, με έμφαση στη σκηνική χρήση του ανθρώπινου σώματος ως θεμελιακού παραστασιακού εργαλείου. Άλλωστε, και ως στοιχεία σκηνογραφίας μπορεί να δει ο θεατής τα σώματα που κατακλύζουν τη σκηνή, με πρωταγωνιστή τον Πινόκιο, το σώμα του οποίου φαίνεται ημιανθρώπινο αφού φέρει κοστούμι (χρώματος της σάρκας) που του αποδίδει κουκλοθεατρική όψη και το πραγμοποιεί. Εκπληκτικής ομορφιάς οι σκηνές με το μπαλέτο από πολυάριθμους κλώνους του Πινόκιο, που προσθέτουν στην κομέντια ντελ' άρτε τον ήρωα του Κολόντι ως άλλη μία μάσκα!
Το πολυθέαμα αρχίζει και τελειώνει χωρίς μπαλέτο! Και στην καταληκτική σκηνή, έρχεται η μεγάλη ανατροπή: ένας νέος, ο οποίος έχει αποκοιμηθεί στο κρεβάτι του κρατώντας αγκαλιά την ξύλινη μαριονέτα του Πινόκιο, πετάγεται από τον ύπνο του και η μαριονέτα τού πέφτει (ανάμνηση της Πτώσης του Ανθρώπου), με τον ξύλινο γδούπο στο πάτωμα να χτυπά στα αυτιά σου! Τριγύρω μικρά και μεγάλα φωτεινά ρολόγια κάνουν το κρεβάτι να φαίνεται αιωρούμενο ανάμεσα σε πλανήτες κάπου στο διάστημα, σε άλλο κόσμο. Ο νέος βλέπει τη μύτη του να μεγαλώνει (άραγε είναι ο εξανθρωπισμένος Πινόκιο;) και ο θεατής μένει με την κλασική απορία: όνειρο ήταν όλα ή μεγάλο ψέμα;